Hello and Welcome!

To get started with we'd like to inform you that you have entered a holy ground, a graveyard where lies the legendary underground magazine GangBang.
We are also in the unfortunate position to inform you that you have misanderstood the title and this is not a porn site. We, as funs of bad quality porn understand your needs and give you the permission to jerk off with the contents of this blog if that pleases you.

The rules:
Photos and text on this blog belong to GangBang magazine. Unauthorized internet use or reprint is prohibited.

"we love the dead"
GB 2004 - 2007 R.I.P

Search This Blog

2/28/2010

Nick Kapilides Interview

H jazz στην Ελλάδα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Οι προσπάθειες πάνω στα πρότυπα φαίνονται να μην έχουν φαντασία, ενώ τυχόν ιδιωματισμοί παρουσιάζονται παράταιροι. Οι μουσικοί χρειάζεται να έχουν υπομονή, επιμονή και ισχυρή μουσική ταυτότητα για να παρουσιάσουν συνθέσεις που θα συγκερνούν την jazz αρμονία με τις ελληνικές μελωδίες και ρυθμούς. Πολλοί απογοητεύονται ή χάνουν τον βηματισμό τους αλλά ο Νίκος Καπηλίδης έχοντας περάσει μέσα από τη φωτιά στην μουσική, έφτασε σε σημείο ωρίμανσης που του επιτρέπει να παρουσιάσει στέρεες και πρωτότυπες συνθέσεις. Το ‘arothymian’ είναι το album που φανερώνει τις καταβολές και τις αγάπες του.



GB: Πως αποφασίσατε ν’ ασχοληθείτε με τα drums αν και είχατε ξεκινήσει με άλλα όργανα;
Ο πατέρας μου είχε μαγαζί με δίσκους στη Ξάνθη κι αργότερα στη Δράμα. Παράλληλα γνώριζε και δίδασκε διάφορα όργανα και κάπως έτσι ξεκίνησα κι εγώ. Στην αρχή ξεκίνησα με ακορντεόν, μετά έκανα για 6 μήνες μπουζούκι, προσπάθησα επίσης τρομπέτα και φλάουτο αλλά ο πατέρας μου βλέποντας πως δεν ήμουν ιδιαίτερα καλός με παρότρυνε ν’ ασχοληθώ με τα drums. Όταν ήμουν 13 ετών μου χάρισε congas και μου είπε να προσπαθώ να παίξω ότι άκουγα από τους δίσκους που έπαιζε στο δισκάδικο. Από το επόμενο καλοκαίρι ξεκίνησα να παίζω μαζί με τον πατέρα και τα’ αδέλφια μου σε τοπικά πανηγύρια.

GB: Πόσο σας επηρέασαν τα ακούσματα που είχατε σαν παιδί και η εμπειρία των πανηγυριών;
Τότε δεν είχα συναίσθηση του γεγονότος, τώρα όμως θεωρώ ότι ήταν σημαντικό σχολείο. Μικρός ήμουν φανατικός ροκάς και τα ελληνικά τα είχα σε δεύτερη μοίρα, οπότε δε γουστάριζα να πηγαίνω στα πανηγύρια. Όμως όλα αυτά είναι κύκλος και σήμερα μπορώ να πω, πως ότι «μίσησα» μικρός, το αγάπησα μεγάλος. Ο πατέρας μου ήταν ντούρος Πόντιος. Παίζαμε απ’ τις 8 το απόγευμα, μέχρι τις 6 το πρωί κι εκείνος ήθελε ν’ αποδίδουμε το ίδιο καλά μέχρι το τέλος του πανηγυριού, δίνοντας όμως αυτός πρώτος το παράδειγμα.

GB: Είχατε κάποια μουσικά πρότυπα;
Δεν μπορώ να πω ότι είχα από την αρχή κάποια πρότυπα και μάλλον δεν ενδιαφερόμουν τόσο για το όργανο όσο για τη μουσική. Τότε ήμουν γοητευμένος απ’ την soul που μόλις είχε σκάσει μύτη. Οι Beatles δε με απασχόλησαν, ενώ αργότερα εκτίμησα τους Rolling Stones. Επίσης άκουγα κι αυτά που έπαιζε ο πατέρας στο μαγαζί κυρίως ποντιακά, αλλά και αρκετή jazz και κλασσική μουσική. Τ’αυτί μου είχε εστιάσει κυρίως στη δυτική μουσική.

GB: Στο site σας αναφέρετε τις επιρροές που είχατε από 25 drummers και με χαρά παρατήρησα ότι πολλοί απ’ αυτούς είναι Έλληνες.
Κάποιοι απ’ αυτούς είναι σημαντικοί, κάποιοι άλλοι θα γίνουν. Το έκανα σαν πρόκληση, σαν προβοκάτσια για να δείξω ότι δεν είναι μόνο οι Αμερικάνοι αυτοί που μας έχουν επηρεάσει αλλά και όλοι αυτοί οι συνάδελφοι που υπάρχουν γύρω μας και αποτελούν άμεση επιρροή.

GB: Υπάρχει συναδελφική αλληλεγγύη μεταξύ των drummers ή αποτελείτε κι εσείς μικρογραφία της κοινωνίας;
Δεν αποτελούμε εξαίρεση, αλλά έχω αποφασίσει να μην ανταγωνίζομαι κακά. Η αλληλεγγύη υπάρχει ανάλογα με τους ανθρώπους κι όχι με το όργανο, αλλά οι drummers ίσως να έχουν λίγο περισσότερη αφού έχουν 4 μέλη να δαμάσουν κι αυτό είναι για όλους δύσκολο.

GB: Τι αποκομίσατε συμμετέχοντας σε σεμινάρια των Tony Williams, Jack DeJohnette;
Είναι πολύ σημαντικές οι στιγμές όπου έχεις μπροστά σου ανθρώπους που έχουν καθορίσει την jazz και προσπαθούν να σου εξηγήσουν μερικά πράγματα τα οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή θεωρούσες ανυπέρβλητα. Συμμετείχα σε σεμινάρια που έκαναν στο Chicago και ήταν πολύ διαχυτικοί, πράοι και ήρεμοι προσπαθώντας πραγματικά να σε βοηθήσουν.

GB: Πως προέκυψαν οι Jazz Utopia και το ‘arothymian’;
Ξεκίνησα ν’ ασχολούμαι με τους ελληνικούς ρυθμούς και είχα στο μυαλό μου τη δημιουργία ενός group που να παίζει πάνω σε αυτούς τους ρυθμούς. Υπήρχε η σκέψη να κάνουμε κάποιες διασκευές σε παραδοσιακά κομμάτια, αλλά απ’ τη μία δεν μου άρεσε κάποιο τόσο πολύ και απ’ την άλλη δεν ένιωθα κι εγώ ικανός για κάτι τέτοιο. Οπότε άρχισα να σκαλίζω και να φτιάχνω σιγά-σιγά μερικά δικά μου και όταν μετά από καιρό φτάσαμε σ’ ένα σημείο όπου είχαμε μαζέψει τα κομμάτια του ‘arothymian’ θεωρήσαμε ότι είχε έρθει η ώρα να τα ηχογραφήσουμε.

GB: Είχατε γράψει τα θέματα πάνω στους μουσικούς ή στα όργανα;
Έγραψα τις βασικές μελωδίες και στη συνέχεια προσθέσανε τις ιδέες τους η Βάσω Δημητρίου στις κιθάρες και ο Νίκος Χατζόπουλος στο μπάσο. Ιδιαίτερα η Βάσω με βοήθησε πολύ στην αρμονία και γενικότερα η συνεισφορά της ήταν ουσιαστική. Η επιλογή του Τάκη Πατερέλη στο σοπράνο σαξόφωνο ήταν πολύ συγκεκριμένη. Πέρασα από διάφορες σκέψεις όπως το να χρησιμοποιήσω παραδοσιακά όργανα αλλά εν τέλει χαίρομαι που το απέφυγα γιατί δε θα ήταν κάτι τόσο δυνατό, όσο η συμμετοχή του Πατερέλη. Στο album η δουλειά και η συνεργασία των οργάνων είναι ισότιμη. Δεν μπορώ, δε μου αρέσει και δε θέλω να παίζω μόνος μου. Όταν ετοιμάζω ένα κομμάτι είναι ακόμα μεγαλύτερη η ευθύνη μου να το αντιμετωπίσω μουσικά κι όχι εγωιστικά. Ούτε καν μου πέρασε απ’ το μυαλό κάποιος μεγαλύτερος ρόλος για τα drums. Αυτό που ακούς είναι αυτό που σκεφτόμουν, δεν ήθελα να βγάλω μπροστά τα τύμπανα αλλά τον ήχο του group.

GB: Πόσο δυσκολευτήκατε να εκδόσετε το δίσκο;
Είχα άγνοια κινδύνου. Σαν γνωστός μουσικός και με αρκετά χρόνια συνεργασιών, θεώρησα ότι κάποια πράγματα θα ήταν ευκολότερα. Αντιμετώπισα αρκετές δυσκολίες ακόμα και ο κύκλος της jazz με κοιτούσε παράξενα αφού τους φαινόταν παράξενο ένας drummer να εμφανίζεται σαν συνθέτης – leader. Αφού διαπίστωσα ότι οι προσφορές ήταν ληστρικές, αποφάσισα να εκδώσω το δίσκο μόνος μου μέσω του muse.gr του φίλου Αντώνη Λαδόπουλου. Πάντως χαίρομαι για την ποιότητα της δουλείας μας. Ο δίσκος έχει ελεγχθεί σε όλα του τα επίπεδα και με αντιπροσωπεύει απόλυτα. Αυτό μπορούσα, αυτό ήθελα, αυτό έκανα!

GB: Ποια είναι η άποψη σας για την jazz στην Ελλάδα;
Η ταμπέλα της jazz ακολουθείται απ’ την άποψη του δεδομένα καλού που την ίδια στιγμή είναι και αποδυνάμωση αφού λίγοι μπαίνουν στο ζουμί της μουσικής. Γενικά για τη jazz χρειάζεται να αφιερώσεις χρόνο, ώστε να δουλέψει μέσα σου και να σε κερδίσει. Μου πήρε 10 χρόνια για να μου αρέσει ο Coltrane. Όλοι τον εκθείαζαν ενώ εγώ τον άκουγα με απορία ώσπου μία μέρα ακούγοντας έναν δίσκο του, μου αποκαλύφθηκε. Ειδικότερα η jazz στην Ελλάδα παρόλες τις αντίξοες συνθήκες και τα θαψίματα έχει πλέον να επιδείξει μία πλούσια και αξιόλογη δισκογραφία όπου συνεχώς κυκλοφορούν νέα ενδιαφέροντα πράγματα.

GB: Θα σας ενδιαφέρεται να γράψετε τραγούδια;
Όχι. Το τραγούδι εκφράζει την καθημερινότητα αλλά δε με ενδιαφέρει. Άλλωστε γράφουν τόσοι πολλοί τραγούδια.

GB: Έχετε συνεργαστεί με πολλούς απ’ τους παλιούς λαϊκούς. Πώς ήταν η συνεργασία σας με το Λουκά Νταράλα και το Γιώργο Ζαμπέτα;
Ήτανε δύσκολα χρόνια τότε αφού πηγαίναμε για δουλεία στις 11 το βράδυ και δε γνωρίζαμε τι ώρα θα τελειώναμε. Ο Νταράλας ήταν ένας πολύ ωραίος ρέμπελος, χειμαδιό και χείμαρρος ταυτόχρονα, με πολύ χιούμορ. Ο Ζαμπέτας ήταν ανεπανάληπτος. Πέρα απ’ τα ‘ουαα’ και τα ‘ράιτ θρου’ που όλοι γνωρίζουν, ήταν και σπουδαίος μουσικός. Απ’ τις πιο έντονες στιγμές της ζωής μου ήταν όταν κάποιο βράδυ έβγαλε το καλώδιο και αυτοσχεδίασε... Η εικόνα όμως του χαβαλέ επισκίαζε όλα τα υπόλοιπα.

GB: Πως είναι η συνεργασία σας με το Θάνο Μικρούτσικο;
Τον Θάνο τον γνώρισα την εποχή που κατέβηκα στην Αθήνα και συμμετείχα στην ηχογράφηση του δίσκου του με τον Δημήτρη Μητροπάνο. Με γοήτευσε αμέσως η προσωπικότητα του, η χαλαρότητα και το πόσο ανοιχτός άνθρωπος είναι. Τα καλά λόγια που λέει με κάθε ευκαιρία για τους μουσικούς του αποδεικνύουν πόσο ακομπλεξάριστος είναι.

GB: Ποια εικόνα έχετε για τη σημερινή εποχή σε σχέση με παλαιότερα;
Τα πράγματα έχουν καλυτερέψει. Το επίπεδο των μουσικών σπουδών είναι αναβαθμισμένο και οι μουσικοί πλέον είναι ικανότατοι και καταρτισμένοι. Νοιώθω όμως ότι τους λείπει το πάθος, ο έρωτας, η φανατίλα. Πάντα θα υπάρχει μία νέα γενιά με το ‘δημιουργικό ζιζάνιο’ που θα αφήσει κάτι στις επόμενες. Σήμερα επικρατεί η υπερβολή και η ξεφτίλα αλλά όπως όλα τα πράγματα έτσι και η καλή μουσική θα ξεπεράσει τις δυσκολίες και θ’ αγκαλιάσει περισσότερο κόσμο.

Interview by S.Kontos for GB issue #08_2007

No comments: